Αυτονομία

Barricada

 

Bullying: Ρατσισμός κάτω από το χαλί

Αν κάτι μας υπενθύμισε το σχεδόν δίμηνο σήριαλ με την εξαφάνιση του Βαγγέλη Γιακουμάκη είναι πως τα μήντια λατρεύουν τα εξαφανισμένα θύματα. Από το αγγλοσαξονικό “σύνδρομο της εξαφανισμένης λευκής γυναίκας” μέχρι την (ακόμα ανεξιχνίαστη) περίπτωση της μικρής Μαντλίν και τον μικρό Άλεξ, όσο πιο νέα και ανυπεράσπιστα είναι τα θύματα, τόσο πιο πολλή τροφή δίνουν στα σχόλια και τις αναλύσεις. Συνήθως βέβαια η συμπάθεια της κοινής γνώμης (όπως κάθε τι στο θέαμα) είναι εφήμερη και οι πρωταγωνιστές των σήριαλ ξεχνιούνται για να αντικατασταθούν από άλλους. Έτσι θα ξεχαστεί δυστυχώς και ο Βαγγέλης Γιακουμάκης, όταν τα ρεπορτάζ για την οικογένειά του στην Κρήτη ή για τη γαλακτοκομική σχολή πάψουν να κεντρίζουν το μπουχτισμένο, απαθές κοινό.

Η ακατάσχετη φλυαρία των μμε ακολούθησε το συνηθισμένο μοτίβο, να ενισχύει και να πολλαπλασιάζει αυτό που υποτίθεται πως ξορκίζει. Στο όνομα της αγωνίας για την τύχη του εξαφανισμένου, παραβίασε κάθε έννοια ιδιωτικότητας και διακριτικότητας εκθέτοντας κάθε λεπτομέρεια της προσωπικής του ζωής. Στο όνομα του σεβασμού στην “ιδιαιτερότητα”, απέφυγε για βδομάδες να κατονομάσει την ομοφυλοφιλία (;) του, υπονοώντας ότι πράγματι πρόκειται για “κουσούρι”, στιγματίζοντάς τον έτσι και μετά θάνατον. Και στο όνομα της αναζήτησης ενόχων, δαιμονοποίησε την παρέα που τον βασάνιζε, αθωώνοντας όλους τους υπόλοιπους: την οικογένεια, τους καθηγητές και τον κύκλο του, που μέχρι χτες συνηγορούσαν στη “λεβεντιά” που είναι μονόδρομος για τον κάθε Βαγγέλη.

Όλα αυτά χώρεσαν κάτω από την ξεχειλωμένη ετικέτα του bullying που αποδείχτηκε πολύ βολική. Χάρη σ’αυτόν τον έτσι κι αλλιώς ασαφή όρο, δε χρειάστηκε να μιλήσει κανείς για την ομοφοβία. Δε χρειάστηκε να παραδεχτεί κανείς ότι το ματσιλίκι δεν είναι προνόμιο των Κρητικών, αλλά η mainstream και υπεράνω κριτικής επίδειξη της αρρενωπότητας. Δε χρειάστηκε κανείς να υπενθυμίσει ότι τα καψόνια είναι μέρος της τελετουργίας με την οποία γίνεσαι σωστός άντρας. Όλοι ήξεραν, όσο συγκλονισμένοι κι αν δείχνουν τώρα, ότι ο Βαγγέλης Γιακουμάκης όχι μόνο δεν ήταν “ο άντρας ο σωστός”, αλλά ήταν και τόσο αδύναμος που δεν ζήτησε καν βοήθεια. Κι αν αυτό επιτρεπόταν από το manual του πολιτικά ορθού συναισθηματισμού, τότε όλοι θα απορούσαν φωναχτά: γιατί πήγε κι αυτοκτόνησε για “μερικά ασήμαντα πειράγματα”;

Δεν υπάρχει λόγος να πει κανείς ανοιχτά κάτι τέτοιο· οι ψίθυροι αρκούν. Αντίθετα όλοι μπορούν και πρέπει να καταδικάσουν το bullying με την ίδια ευκολία που σε άλλες περιπτώσεις καταδικάζουν «τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται». Η συλλογική ενοχή του τύπου «φταίμε όλοι» είναι ο καλύτερος τρόπος να σχετικοποιηθούν οι συμπεριφορές και οι αιτίες τους και να αποπροσωποποιηθεί κάθε ευθύνη. Σε τέτοιο βαθμό που εν προκειμένω έφτασαν να συμμετέχουν στην ομόφωνη και ανέξοδη καταδίκη ξεδιάντροπα ακόμη και οι ίδιοι οι ηθικοί αυτουργοί της “δολοφονίας” του Βαγγέλη. Κήρυκες του σεξισμού και της ομοφοβίας όπως ο Θέμος Αναστασιάδης και θιασώτες του εξευτελισμού των αδύναμων όπως η Αννίτα Πάνια «βγήκαν από τα ρούχα τους» για το αδικοχαμένο παληκάρι. Μέχρι και οι παρακρατικοί της χ.α. που ανέδειξαν το bullying σε πολιτκή τακτική ήταν ξεκάθαροι: καταδικάζουμε.

Αυτό το τελευταίο παράδειγμα, αν και γκροτέσκο, δείχνει (εκτός από την υποκρισία) το πόσο προβληματικός είναι εν γένει ο λόγος περί bullying. Ένας λόγος δομημένος πολλά χρόνια πριν την εξαφάνιση Γιακουμάκη, που θα συνεχίσει να παράγει τις αλήθειες του όταν η όλη ιστορία θα έχει ξεχαστεί. Δεν πρόκειται για υπόθεση. Οι επιστημονικές ερμηνείες και οι «αντικειμενικές» αναλύσεις που σήμερα επιχειρούν να εξηγήσουν την υπόθεση Γιακουμάκη, δε θα περιοριστούν στο κοντινό μέλλον σε τέτοια ζητήματα. Όπως κάθε επιστημονικός ή ψευδο-επιστημονικός λόγος, αξιώνουν να λειτουργήσουν σαν πλαίσιο αναφοράς και να εξηγήσουν μια σειρά από ζητήματα που μέχρι πρότινος αντιμετωπίζονταν με άλλους όρους. Στην περίπτωσή μας, ενώ η χρήση του όρου αφορούσε αρχικά τον εκφοβισμό (όπως είναι η επίσημη απόδοση στα ελληνικά) ή τους τραμπουκισμούς μέσα στο σχολικό περιβάλλον, πλέον αναφέρεται σχεδόν σε κάθε περίπτωση βίαιης αντιπαράθεσης. Λειτουργεί έτσι ενοποιητικά και τσουβαλιάζει ένα σωρό συμπεριφορές που ούτε την ίδια βαρύτητα έχουν, ούτε φανερώνουν παρόμοιες αντιθέσεις· αποπολιτικοποιώντας και απομονώνοντας τα φαινόμενα από τις κοινωνικές διεργασίες που τα παράγουν.

Για του λόγου το αληθές, η ελληνική έκδοση της wikipedia περιγράφει το bullying ως εξής: «Το νταηλίκι μπορεί να προκύψει σε οποιοδήποτε περιβάλλον στο οποίο ανθρώπινα όντα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Αυτό περιλαμβάνει το σχολείο, το στρατό, την οικογένεια, το χώρο εργασίας, το σπίτι και τις γειτονιές. Είναι ακόμη ένας παράγοντας ώθησης στη μετανάστευση. Ο εκφοβισμός είναι δυνατό να λαμβάνει χώρα μεταξύ κοινωνικών ομάδων, κοινωνικών τάξεων και ακόμη και μεταξύ χωρών (σοβινισμός)». Υποθέτουμε πως δε βρίσκεται πολύ κοντά η μέρα που θα λέμε χωρίς να γελάμε ότι φερ’ ειπείν η Ρωσία κάνει bullying στην Ουκρανία. Αλλά μάλλον είμαστε αρκετά κοντά στο σημείο που φαινόμενα ρατσιστικής συμπεριφοράς, ειδικά στα σχολεία, θα αντιμετωπίζονται ως bullying.
Το θέμα δεν εξαντλείται μόνο στο ιδεολογικό επίπεδο. Δεν πρόκειται δηλαδή απλά για ένα παιχνίδι λέξεων και όρων, για ένα νέο hype που τροφοδότησε ένα μηντιακό παραλήρημα κάποιων εβδομάδων. Όπως είναι αναμενόμενο, και έχει συμβεί δεκάδες φορές στο παρελθόν, τα λόγια ακολουθούν τα έργα και την περιγραφή του προβλήματος με συγκεκριμένους όρους,  οι προτάσεις και οι λύσεις. Όπου η πλέον αρμόδια να απαντήσει στα κάθε είδους «κοινωνικά προβλήματα» είναι η δημόσια τάξη. Ήδη η «αριστερή» κυβέρνηση προωθεί διάταξη (στο νομοσχέδιο για τις φυλακές) όπου προβλέπονται αυστηρές ποινές για bullying και συγκεκριμένα φυλάκιση έξι μηνών. Μία ακόμα καλή αφορμή να έρθει η αστυνομία πιο κοντά στα σχολεία, μετά τις προσπάθειές της να επέμβει στις καταλήψεις το περασμένο φθινόπωρο.  Επιπλέον, όπως σε μια σειρά άλλων ζητημάτων η αστυνομία δε λειτουργεί μόνη της. Κι αν στο πρόσφατο παρελθόν βρήκε το ταίρι της στην ιατρική -όπως στην περίπτωση των οροθετικών- σήμερα βρίσκει το έτερον της ήμιση σε μια άλλη «θεραπευτική» επιστήμη, την ψυχολογία. Πλάι στα τσακάλια της δημόσιας τάξης που θα συλλαμβάνουν επίδοξους τραμπούκους θα βρίσκονται οι ψυχολόγοι: για να εξηγήσουν το bullying σαν ένα ζήτημα επιθετικής προδιάθεσης από τη μία και ευαίσθητου ψυχισμού από την άλλη -σαν μια υπόθεση ατομική δηλαδή- και να προετοιμάσουν το έδαφος ώστε ο σχολικός χώρος να μετατραπεί σε ένα ακόμη πεδίο περαιτέρω επιτήρησης και κανονικοποίησης των κοινωνικών συμπεριφορών.

Υποθέτουμε πως αν και όταν εφαρμοστούν τα παραπάνω μέτρα θα υπάρξουν, τουλάχιστον σε πρώτο χρόνο, εντυπωσιακά αποτελέσματα. Και ίσως μάλιστα να βρεθούν και κάμποσα -φανταστικά ή πραγματικά- θύματα που θα έχουν γλιτώσει. Πλάι σ’ αυτά όμως θα έχει συμβεί και κάτι ακόμη· η θεσμθετημένη βία κράτους και θεσμών και η διάχυτη ρατσιστική βία θα συμπληρώνουν η μία την άλλη.
 
 
       

Αυτονομία 2021